Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Αριστοτέλης Χαρμπάτσης: "Έλληνας γεννήθηκα και Έλληνας θα πεθάνω!”

Ο Αριστοτέλης Χαρμπάτσης, γεννήθηκε στη Δίβρη το 1913 σε πάμφτωχη οικογένεια. Ο πατέρας του Χρήστος  επί χρόνια περιφερόταν πα­ράνομος στο κλαρί, επειδή διώκονταν από την αστυνομία. Το 1918 σκοτώνεται από την Ιταλούς καραμπινιέρους μετά από προδοσία. Ύστερα του κάψανε το σπίτι. Έτσι η οικογέ­νεια ορφάνεψε, η σύζυγός του έμεινε χήρα με τρία τέκνα και με κατοικία μια τρώγλη.

Ο Αριστοτέλης τελείωσε το δημοτικό στη γενέτειρά του και με τη φροντίδα των τότε αρχών του χωριού στάλθηκε στο Ιεροδιδασκαλείο της Βελλάς. Ήταν μελετηρός τύπος και διακρινόταν ανάμεσα στους συμμαθητές του. Στο απολυ­τήριο αναφέρεται  «Άξιος απολύσεως» με γενικό βαθμό άριστα και διαγωγή «κοσμιωτάτη».

Επέστρεψε στο χωριό σε μια δύσκολη περίοδο για τα σχολεία μας όπως ήταν εκείνη του 1933-1934, όπου η κυβέρ­νηση του Ζώγκου προσπάθησε να εξαλβανίσει τα σχολεία μας. Πήρε ενεργό μέρος στο απεργιακό κίνημα. Μετά την αναγνώριση από το Δικαστή­ριο της Χάγης του δικαιώμα­τος της εκπαίδευσης στη μη­τρική γλώσσα τα σχολεία ξα­νάνοιξαν το 1935-1936.
Τότε και ο Αριστοτέλης διορίστη­κε δάσκαλος, υπηρετώντας πι­στά στα χωριά Λύβηνα, Κρανιά, Φοινίκι και Τσούκα, προ­σφέροντας ταυτόχρονα ελπί­δα στα Βορειοηπειροτόπουλα που τόσο πολύ αγαπούσε.

Στο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα πρωτοστάτησε για την υπεράσπιση του χωριού.  Διορίστηκε υποδιοι­κητής του παρτιζάνικου τάγματος «Λευτέρης Τάλλιος», όπου και υπηρέτη­σε αρκετό καιρό. Αργότερα απολύθηκε ως ανεπιθύμητος.
Μετά την απελευθέρωση διορίστηκε δάσκαλος στην Τσούκα. Τα πατριωτικά του αι­σθήματα εκδηλώνονται πα­ντού. Η «σιγκουρίμι» τον είχε  υπό παρακολούθηση. «Χαρά­λαμπε, είπε στο φίλο του, κιν­δυνεύουμε να συλληφθούμε, γι' αυτό φυλάξου και εσύ. Εμέ­να με συμβούλεψαν να δραπε­τεύσω. Δεν το κάνω, όμως, για­τί ο αγώνας μας είναι εδώ. Τι  θα μας κάνουν. Θάνατος δεν υπάρχει. Η φυλακή για τους άνδρες είναι».

Συλλαμβάνεται, τελικά, στο σχολείο της Τσούκας  και οδηγείται στον Καλιά του Αργυροκά­στρου μαζί με τους πατριώτες Σωτήρη Σκεύη και Νάσιο Πά­ντο. Εκεί βασανίζεται βάρβα­ρα μαζί με άλλους μειονοτι­κούς πατριώτες για να παρα­δεχτούν τις ανύπαρκτες κατη­γορίες. Από το στρατοδικείο Αργυροκάστρου καταδικάζο­νται σε θάνατο με την κατηγο­ρία «πράκτορες της Ελλάδας ».

Παρ' ότι ο αδερφός του συ­γκέντρωσε στα χωριά χιλιάδες υπογραφές με σκοπό να του αποδοθεί χάρη, τίποτε δεν άλ­λαξε την απόφαση. Ο αδερ­φός του δικάστηκε σε κάθειρ­ξη τριών ετών και καταναγκα­στική εργασία. Στο δικαστήριο ο στρατιωτικός εισαγγελέας Γ. Κώτσιας του είπε: «Χαρμπάτση, παράτα τα και γύρνα ». Αυτός απάντησε: «Έλληνας γεννήθηκα και Έλ­ληνας θα πεθάνω. Θα κόψεις πέντε, δέκα δέντρα, πολλά κλωνάρια θα απομείνουν».
Όταν τον πήγαν για εκτέ­λεση ο Τέλης είπε στους άλ­λους φυλακισμένους « Άντε ρε παιδιά, μη χολιάζεται, γά­μος χωρίς κριάρι δεν γίνεται. Η πατρίδα θέλει θυσίες ». Δε δέχτηκε να δέσει τα μάτια, λέγοντας : « Οι άνδρες δεν σκοτώνονται με τα μάτια δεμένα ».

Σωριάστηκε στο λάκκο με­τά τη χαριστική βολή του επι­κεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος.
Αυτή ήταν η ζωή και η δρά­ση του Αριστοτέλη  Χαρμπάτση και έτσι παλικαρίσια έπεσε από το βόλι των δημίων της κομουνι­στικής δικτατορίας.
Ήταν τραγουδιστής, απλός άνθρωπος, αγαπητός στην πα­ρέα, θερμός πατριώτης.
Ας γίνει οδηγός και εμπνευστής σε όλους τους Βορειοηπειρώτες.
Η τελευταία παραγγελία, που ο αδικοχαμένος Τέλης άφησε γραμμένη στο κελί του στον Καλιά, είναι:
 «Παιδιά της Μειονότητας, προχωρήστε! Μην οπισθοχωρείτε!»

(από συνεργάτη μας στη Β. Ήπειρο)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου