Ελαιόδεντρα και φουντουκιές αποτέλεσαν, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας της Αλβανίας, το βασικό «προσανατολισμό» των αγροτών το 2011, στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος που προωθεί η κυβέρνηση για τη στήριξη των συγκεκριμένων καλλιεργειών (ελιές-οπωροφόρα δέντρα), με στόχο τη βελτίωση του εισοδήματος των αγροτών και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα.
Με τις κυβερνητικές επιχορηγήσεις, αλλά και την κατάρτιση των αγροτών από εμπειρογνώμονες του υπουργείου Γεωργίας, Τροφίμων και Προστασίας του Καταναλωτή, τα πρώτα αποτελέσματα είναι ορατά και ενθαρρυντικά, σύμφωνα με στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τις περιφερειακές διευθύνσεις του υπουργείου.
Το Εθνικό Πρόγραμμα προβλέπει ότι, μέχρι το 2013 οι αγρότες θα φυτέψουν 20 εκατομμύρια ελαιόδεντρα. Το 2011 φυτεύτηκαν 10 εκατομμύρια ελαιόδεντρα σ’ όλη τη χώρα, το 1/3 από τα οποία επιδοτήθηκαν από πόρους της κυβέρνησης, ανακοίνωσε το υπουργείο.
Το Πρόγραμμα απαιτεί έκταση περίπου 40.000 εκταρίων σ’ όλη τη χώρα για την καλλιέργεια ελαιόδεντρων και οπωροφόρων δέντρων.
Για την ανάπτυξη του προγράμματος, εμπειρογνώμονες του υπουργείου εξετάζουν τις πρακτικές καλλιέργειας ελιάς σε χώρες παραγωγούς όπως η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία, προκειμένου να αναπτύξουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη συγκεκριμένη καλλιέργεια στην Αλβανία και να την καταστήσουν παραγωγό χώρα ελαιολάδου την επόμενη πενταετία.
Η υλοποίηση του αγροτικού «οράματος»
Οι αγρότες στην περιφέρεια του Κούκες επέλεξαν τις φουντουκιές για να «πειραματιστούν», εγκαταλείποντας καλλιέργειες που προτιμούσαν παλαιότερα. Μ’ αυτή την επιλογή δικαιώθηκαν, καθώς σύμφωνα με στοιχεία της περιφερειακής διεύθυνσης Γεωργίας την τελευταία τριετία ο αριθμός των καλλιεργειών φουντουκιάς τριπλασιάστηκε και πλέον καλύπτει έκταση 600 εκταρίων.
Μόνο το 2011 περίπου 214 εκτάρια καλλιεργειών φουντουκιάς «δημιουργήθηκαν» στην περιφέρεια του Κούκες, στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης των αγροτών. Πριν την έναρξη του προγράμματος, οι καλλιέργειες φουντουκιάς κάλυπταν έκταση μόλις δέκα εκταρίων.
Το ενδιαφέρον των αγροτών για τη συγκεκριμένη καλλιέργεια πηγάζει από την εγγυημένη απόδοση του προϊόντος, καθώς και τις ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες που επιτρέπουν την καλλιέργειά του.
Στο Αργυρόκαστρο, οι καλλιέργειες ελαιόδεντρων τριπλασιάστηκαν την τελευταία διετία, ενώ οι αγρότες έχουν, πλέον, τη δυνατότητα να μην εισάγουν τα δενδρύλλια από την Ελλάδα ή άλλες χώρες, αλλά να τα προμηθεύονται από το εσωτερικό, από το Φίερι και τον Αυλώνα.
Στο Ελμπασάν, σύμφωνα με στοιχεία της διεύθυνσης Γεωργίας, ο αριθμός των αγροτών που έλαβαν επιχορηγήσεις ύψους περίπου πέντε εκατομμυρίων λεκ, την τελευταία τριετία, ανήλθε σε 2000. Το 2012 αναμένεται 675 εκτάρια να αξιοποιηθούν για την καλλιέργεια ελαιόδεντρων.
Στον Αυλώνα, περίπου το 10% της συνολικής έκτασης της περιφέρειας (280 εκτάρια) αναμένεται να αξιοποιηθούν για την καλλιέργεια οπωροφόρων δέντρων, αλλά και ελαιόδεντρων με τη στήριξη των κυβερνητικών επιχορηγήσεων.
Από το τμήμα Γεωργίας της περιφέρειας ανακοινώθηκε ότι από το σύνολο των 490 αγροτών που υπέβαλαν αίτηση για τη λήψη επιχορήγησης, περισσότεροι από 350 παρουσίασαν ολοκληρωμένες προτάσεις για την καλλιέργεια ελαιόδεντρων και οπωροφόρων δέντρων. Ο αριθμός των γεωργών που υπέβαλαν αίτηση για χρηματοδότηση είναι αυξημένος κατά 30% έναντι του προηγούμενου έτους.
Προκλήσεις και προοπτικές για την ελαιοκαλλιέργεια
Το ελαιόλαδο και τα ελαιοκομικά προϊόντα που θα παραχθούν από τις νέες καλλιέργειες καλούνται να περιορίσουν τον ανταγωνισμό από το εξωτερικό (εισαγωγές από την Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία), επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, σε έκθεση του εθνικού συμβουλίου ελαιολάδου (ΑΟΑ) που εκπονήθηκε πρόσφατα.
Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αλβανία είχε περίπου 1,5 εκατομμύριο ελαιόδεντρα. Μέχρι το 1990, ο αριθμός τους αυξήθηκε σε 5,9 εκατομμύρια καλύπτοντας 45.000 εκτάρια γης. Αυτή την περίοδο, οι μεγαλύτερες ελαιοκαλλιέργειες εντοπίζονταν στις περιφέρειες των Αγίων Σαράντα, του Αυλώνα, του Φίερι, των Τιράνων, του Δυρραχίου και της Σκόδρας.
Από το 1999 και έπειτα, η ελαιοκαλλιέργεια δέχθηκε το ενδιαφέρον ιδιωτών επενδυτών και των κυβερνητικών αρχών, με αποτέλεσμα, ο αριθμός των νέων δέντρων που φυτεύονταν να αυξηθεί από 86.000 το 2000, σε 235.000 το 2006.
Από την ίδια έκθεση προκύπτει ότι, περίπου 23.000 τόνοι ή το 72% της συνολικής παραγωγής καλύπτει τις ανάγκες των νοικοκυριών που ασχολούνται με τη συγκεκριμένη καλλιέργεια.
Εξάλλου, η παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς αντιστοιχεί περίπου στο 14% της συνολικής παραγωγής, τα 2/3 εκ της οποίας προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση και μόνο το 1/3 για διανομή σε εμπορικές επιχειρήσεις.
«Κλειδί» για την αναγνώριση του ελαιολάδου στην εσωτερική αγορά είναι και τα κανάλια διανομής του προϊόντος. Σ’ αυτό τον τομέα, σύμφωνα με την ΑΟΑ, πραγματοποιείται μια σημαντική αλλαγή, η οποία οφείλεται στην ενημέρωση των καταναλωτών σε θέματα γύρω από τη διατροφική αξία του ελαιολάδου.
Μάλιστα, η οργάνωση, σε συνεργασία με την αλβανική κυβέρνηση και την Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ (USAID) διοργάνωσε εκδηλώσεις ενημέρωσης των Αλβανών καταναλωτών για τους τύπους και την ποικιλία των ελαιοκομικών προϊόντων.
Τα "κανάλια" διανομής και πώλησης ελαιοκομικών προϊόντων
Τέσσερα "κανάλια" διανομής και πώλησης ελαιοκομικών προϊόντων χαρακτηρίζουν την αλβανική αγορά, επισημαίνεται στην έκθεση του εθνικού συμβουλίου. Το πρώτο είναι και το πιο παραδοσιακό, καθώς αφορά την πώληση ελαιολάδου από μικρούς παραγωγούς σε καταναλωτές.
Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό, εξαιτίας της απαίτησης των ευρωπαϊκών οδηγιών, των αρμόδιων αρχών, αλλά και των καταναλωτών για ασφαλή και πιστοποιημένα προϊόντα.
Το δεύτερο κανάλι είναι τα καταστήματα λιανικής πώλησης και το τρίτο τα σούπερ μάρκετ, όπου την τελευταία διετία καταγράφηκε μεγαλύτερη προσφορά τύπων επιτραπέζιων ελιών και ελαιολάδου.
Το τέταρτο και τελευταίο είναι οι εξαγωγές, οι οποίες, ωστόσο, αφορούν μόλις το 10% του συνόλου της παραγωγής, το οποίο και εξάγεται.
Ε.Σ.
http://web.ana-mpa.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου