Στο σπίτι της Νέας Ιωνίας επικρατεί η γνωστή ακαταστασία. Ισως όταν καθαρίζεις σπίτια για τα προς το ζην, να μην έχεις διάθεση, κουράγιο να συγυρίσεις το δικό σου. Είναι και στην εφηβεία τα δύο αγόρια, δεν βαριέσαι... Αυτή τη φορά όμως η ακαταστασία είναι διαφορετική. Ολο το νοικοκυριό μοιάζει να βρίσκεται κατάχαμα, λες και κάποιος θέλει να το «ζυγιάσει» - τι χρειάζεται και τι μπορεί να μείνει πίσω; Η Βέρα και ο Κωνσταντίνος επιστρέφουν στο σπίτι τους, στην Αλβανία. Δεκαοχτώ «ελληνικά» χρόνια στέκονται αυτή τη στιγμή στο πάτωμα. «Ορίστε τι φτιάξαμε τόσα χρόνια εδώ, ένα μεγάλο σωρό από τίποτα», γελάει η Βέρα με τα μονίμως σπαστά ελληνικά της. Εχει πάψει να τη νοιάζει η γλώσσα εδώ και καιρό. Τα πρώτα χρόνια προσπαθούσε....
παπαγαλίζοντας τον «Πρωινό Καφέ» και τις ειδήσεις των 8, μα τι θα ωφελήσει σήμερα; Τότε έλεγε ότι είναι από τη Βόρειο Ηπειρο. Σήμερα, από την Αλβανία.
Η Βέρα και ο Κωνσταντίνος δεν ήταν από τους πλέον τυχερούς συμπατριώτες τους. Μια σειρά από αναποδιές, μεταξύ άλλων, δεν τους επέτρεψαν να φτιάξουν μια καλή ζωή στην Ελλάδα. Η οικονομική κατάσταση της χώρας μας όμως δημιούργησε εντελώς διαφορετικές συνθήκες. «Εγώ σκόπευα σε λίγα χρόνια να σταματήσω τη δουλειά. Θα άρχιζαν τα παιδιά να βοηθούν, κάπως θα ζούσαμε. Ομως έτσι όπως είναι εδώ τα πράγματα, χίλιες φορές η Αλβανία».
Μπορεί η οικογένεια να επιστρέφει στην πατρίδα, αλλά αφήνουν πίσω μια άλλη μικρή πατρίδα. «Αντε πάλι να φεύγεις, άντε πάλι να προσαρμόζεσαι - τα παιδιά καλά καλά δεν μιλούν αλβανικά». Αλλά αυτό το λαχνό τράβηξαν. Ξανά. Η Βέρα πιάνει να διπλώνει ένα ανδρικό πουκάμισο - κάτι μουρμουρίζει στη γλώσσα της.
Δεν την παρηγορεί, αλλά βρίσκεται σε μεγάλη παρέα. Η ουρά που ξεκινά από την είσοδο του κτιρίου της πρεσβείας του Πακιστάν στην οδό Λουκιανού στο Κολωνάκι χάνεται στο κάθετο στενό. Πενήντα άτομα μες στο νερό. Η ίδια εικόνα καθημερινά. Τις 90.000 φτάνουν οι Πακιστανοί στη χώρα μας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του πρόξενου. Από μια δουλειά να θέλουν να διεκπεραιώσουν, η ουρά δεν θα τελειώσει ποτέ. Ομως κι εδώ, κάτι έχει αλλάξει. Παλιότερα, οι μετανάστες συνωστίζονταν έξω από την πρεσβεία για να λύσουν τα γραφειοκρατικά ζητήματα που γεννούσε η διάθεση παραμονής τους στην Ελλάδα. Σήμερα, οι περισσότεροι τακτοποιούν τις υποθέσεις τους προκειμένου να επιστρέψουν στο Πακιστάν.
Φεύγουν 20 - 30 κάθε μέρα
Σύμφωνα με υπολογισμούς των αρχών, περίπου 20 - 30 Πακιστανοί εγκαταλείπουν τη χώρα μας κάθε μέρα, με τον ρυθμό φυγής να αυξάνεται συνεχώς. «Δεν υπάρχουν πια δουλειές γι' αυτούς στην Ελλάδα», λέει στην «Κ» ο Πακιστανός πρόκενος κ. Κάκαν. «Από τότε που φάνηκαν τα πρώτα σημάδια της ύφεσης έχει ξεκινήσει και το κύμα επιστροφής στην πατρίδα». Στο μεγαλύτερο ποσοστό, οι μετανάστες από το Πακιστάν εργάζονταν στον αγροτικό τομέα στην επαρχία, στην οικοδομή ή σε μικρές βιοτεχνίες ή εργοστάσια - κλάδοι που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα.
Και είναι καλύτερα στο Πακιστάν; «Και όμως, ναι» λέει ο κ. Κάκαν. «Οσοι έχουν πτυχίο ή δεξιότητες θα βρουν σίγουρα δουλειά, οι υπόλοιποι θα εργαστούν σε μικρές αγροτικές μονάδες. Μπορεί η κρίση να είναι παγκόσμια, αλλά το Πακιστάν δεν έχει επηρεαστεί προς το παρόν τόσο πολύ». Ο Φαρίντ -μόλις 25 ετών- έχει αποφασίσει κι αυτός να γυρίσει πίσω. Κάθεται στα σκαλάκια απέναντι από την πρεσβεία.
Εχει πάρει νούμερο και περιμένει. «Ελλάδα, τέλος», λέει χαρακτηριστικά. «Δεν έχει οικοδομή, δεν έχω τι να κάνω εδώ, δεν έχει φαΐ». «Ολοι φεύγουν», συμπληρώνει ο Ζαφάρ δίπλα του. «Δεκατρία χρόνια εδώ, γυρίζω τώρα στη γυναίκα μου».
Ανάλογες διαρροές έχουν όλες οι κοινότητες μεταναστών. Για το Μπαγκλαντές, τη Βουλγαρία, την Ουκρανία, τη Μολδαβία, ακόμα και την Ινδία τα πρακτορεία κόβουν πια εισιτήρια χωρίς επιστροφή. Σε δεκάδες χιλιάδες υπολογίζονται και οι Αλβανοί που έχουν επαναπατριστεί. «Ελλάδα, τέλος».
«Δεν μπορώ πια να βοηθήσω»
Οι μετανάστες από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, την Ινδία συνήθιζαν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια, προκειμένου να συναντήσουν τις οικογένειές τους. Σήμερα οι περισσότεροι από εκείνους που έχουν αφήσει «ζωή» πίσω προσανατολίζονται στη μόνιμη εγκατάσταση στην πατρίδα. Η τελευταία φορά που ο Μαχμούντ από το Μπαγκλαντές είχε γυρίσει πίσω ήταν το 2007. Ελειψε δύο μήνες. Είχε πάει να παντρευτεί. Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπε τη γυναίκα του. Σήμερα η φωτογραφία της είναι στο πορτοφόλι του. Η ομορφιά της μιλάει διεθνή γλώσσα. «Είναι καλή γυναίκα, την αγαπώ πολύ», λέει ο 28χρονος Μαχμούντ. «Και χαίρομαι που θα την ξανασυνταντήσω».
Ολα αυτά τα χρόνια, έστελνε κάθε μήνα, αδιάκοπα, το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του πίσω. Στη γυναίκα και τη μητέρα του. Μαζί με τα χρήματα που έστελνε και ο αδερφός του κατόρθωσαν να χτίσουν ένα καλό σπίτι. «Τα προβλήματά μας δεν έχουν λυθεί, αλλά δεν μπορώ πια να βοηθήσω από εδώ. Και ο λόγος που τους εγκατέλειψα ήταν για να μπορώ να βγάζω χρήματα. Δεν αξίζει πια να είμαστε μακριά. Δεν έχει δουλειά».
Ο Μαχμούντ δούλευε όλα τα χρόνια σε εστιατόρια, όπως και πολλοί συμπατριώτες του. «Δεν έχει πια δουλειά για όλους μας. Οσοι μπορούμε, πρέπει να φύγουμε. Ετσι βοηθάμε με έναν άλλο τρόπο» λέει, παραχώνοντας τη φωτογραφία της συζύγου του ξανά στη θήκη του πορτοφολιού.
kathimerini.gr
παπαγαλίζοντας τον «Πρωινό Καφέ» και τις ειδήσεις των 8, μα τι θα ωφελήσει σήμερα; Τότε έλεγε ότι είναι από τη Βόρειο Ηπειρο. Σήμερα, από την Αλβανία.
Η Βέρα και ο Κωνσταντίνος δεν ήταν από τους πλέον τυχερούς συμπατριώτες τους. Μια σειρά από αναποδιές, μεταξύ άλλων, δεν τους επέτρεψαν να φτιάξουν μια καλή ζωή στην Ελλάδα. Η οικονομική κατάσταση της χώρας μας όμως δημιούργησε εντελώς διαφορετικές συνθήκες. «Εγώ σκόπευα σε λίγα χρόνια να σταματήσω τη δουλειά. Θα άρχιζαν τα παιδιά να βοηθούν, κάπως θα ζούσαμε. Ομως έτσι όπως είναι εδώ τα πράγματα, χίλιες φορές η Αλβανία».
Μπορεί η οικογένεια να επιστρέφει στην πατρίδα, αλλά αφήνουν πίσω μια άλλη μικρή πατρίδα. «Αντε πάλι να φεύγεις, άντε πάλι να προσαρμόζεσαι - τα παιδιά καλά καλά δεν μιλούν αλβανικά». Αλλά αυτό το λαχνό τράβηξαν. Ξανά. Η Βέρα πιάνει να διπλώνει ένα ανδρικό πουκάμισο - κάτι μουρμουρίζει στη γλώσσα της.
Δεν την παρηγορεί, αλλά βρίσκεται σε μεγάλη παρέα. Η ουρά που ξεκινά από την είσοδο του κτιρίου της πρεσβείας του Πακιστάν στην οδό Λουκιανού στο Κολωνάκι χάνεται στο κάθετο στενό. Πενήντα άτομα μες στο νερό. Η ίδια εικόνα καθημερινά. Τις 90.000 φτάνουν οι Πακιστανοί στη χώρα μας, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του πρόξενου. Από μια δουλειά να θέλουν να διεκπεραιώσουν, η ουρά δεν θα τελειώσει ποτέ. Ομως κι εδώ, κάτι έχει αλλάξει. Παλιότερα, οι μετανάστες συνωστίζονταν έξω από την πρεσβεία για να λύσουν τα γραφειοκρατικά ζητήματα που γεννούσε η διάθεση παραμονής τους στην Ελλάδα. Σήμερα, οι περισσότεροι τακτοποιούν τις υποθέσεις τους προκειμένου να επιστρέψουν στο Πακιστάν.
Φεύγουν 20 - 30 κάθε μέρα
Σύμφωνα με υπολογισμούς των αρχών, περίπου 20 - 30 Πακιστανοί εγκαταλείπουν τη χώρα μας κάθε μέρα, με τον ρυθμό φυγής να αυξάνεται συνεχώς. «Δεν υπάρχουν πια δουλειές γι' αυτούς στην Ελλάδα», λέει στην «Κ» ο Πακιστανός πρόκενος κ. Κάκαν. «Από τότε που φάνηκαν τα πρώτα σημάδια της ύφεσης έχει ξεκινήσει και το κύμα επιστροφής στην πατρίδα». Στο μεγαλύτερο ποσοστό, οι μετανάστες από το Πακιστάν εργάζονταν στον αγροτικό τομέα στην επαρχία, στην οικοδομή ή σε μικρές βιοτεχνίες ή εργοστάσια - κλάδοι που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα.
Και είναι καλύτερα στο Πακιστάν; «Και όμως, ναι» λέει ο κ. Κάκαν. «Οσοι έχουν πτυχίο ή δεξιότητες θα βρουν σίγουρα δουλειά, οι υπόλοιποι θα εργαστούν σε μικρές αγροτικές μονάδες. Μπορεί η κρίση να είναι παγκόσμια, αλλά το Πακιστάν δεν έχει επηρεαστεί προς το παρόν τόσο πολύ». Ο Φαρίντ -μόλις 25 ετών- έχει αποφασίσει κι αυτός να γυρίσει πίσω. Κάθεται στα σκαλάκια απέναντι από την πρεσβεία.
Εχει πάρει νούμερο και περιμένει. «Ελλάδα, τέλος», λέει χαρακτηριστικά. «Δεν έχει οικοδομή, δεν έχω τι να κάνω εδώ, δεν έχει φαΐ». «Ολοι φεύγουν», συμπληρώνει ο Ζαφάρ δίπλα του. «Δεκατρία χρόνια εδώ, γυρίζω τώρα στη γυναίκα μου».
Ανάλογες διαρροές έχουν όλες οι κοινότητες μεταναστών. Για το Μπαγκλαντές, τη Βουλγαρία, την Ουκρανία, τη Μολδαβία, ακόμα και την Ινδία τα πρακτορεία κόβουν πια εισιτήρια χωρίς επιστροφή. Σε δεκάδες χιλιάδες υπολογίζονται και οι Αλβανοί που έχουν επαναπατριστεί. «Ελλάδα, τέλος».
«Δεν μπορώ πια να βοηθήσω»
Οι μετανάστες από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές, την Ινδία συνήθιζαν να επιστρέφουν στην πατρίδα τους κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια, προκειμένου να συναντήσουν τις οικογένειές τους. Σήμερα οι περισσότεροι από εκείνους που έχουν αφήσει «ζωή» πίσω προσανατολίζονται στη μόνιμη εγκατάσταση στην πατρίδα. Η τελευταία φορά που ο Μαχμούντ από το Μπαγκλαντές είχε γυρίσει πίσω ήταν το 2007. Ελειψε δύο μήνες. Είχε πάει να παντρευτεί. Ηταν η πρώτη φορά που έβλεπε τη γυναίκα του. Σήμερα η φωτογραφία της είναι στο πορτοφόλι του. Η ομορφιά της μιλάει διεθνή γλώσσα. «Είναι καλή γυναίκα, την αγαπώ πολύ», λέει ο 28χρονος Μαχμούντ. «Και χαίρομαι που θα την ξανασυνταντήσω».
Ολα αυτά τα χρόνια, έστελνε κάθε μήνα, αδιάκοπα, το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του πίσω. Στη γυναίκα και τη μητέρα του. Μαζί με τα χρήματα που έστελνε και ο αδερφός του κατόρθωσαν να χτίσουν ένα καλό σπίτι. «Τα προβλήματά μας δεν έχουν λυθεί, αλλά δεν μπορώ πια να βοηθήσω από εδώ. Και ο λόγος που τους εγκατέλειψα ήταν για να μπορώ να βγάζω χρήματα. Δεν αξίζει πια να είμαστε μακριά. Δεν έχει δουλειά».
Ο Μαχμούντ δούλευε όλα τα χρόνια σε εστιατόρια, όπως και πολλοί συμπατριώτες του. «Δεν έχει πια δουλειά για όλους μας. Οσοι μπορούμε, πρέπει να φύγουμε. Ετσι βοηθάμε με έναν άλλο τρόπο» λέει, παραχώνοντας τη φωτογραφία της συζύγου του ξανά στη θήκη του πορτοφολιού.
kathimerini.gr
ΩΩΩΩΩΩ!!!! Τι κρίμα, θα φύγουν?
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτο διάβολο να πάνε και ακόμα παραπέρα!!!!!
ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ ΔΕΝ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;;;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήkai emeis tzampa tous ftiaxnoume tzami! 20 ek.euros einai auta pane strafi! mexri kai tosyntagma 8a allaksoume na epitepetai h polugamia kai na efarmozetai i mpourgka gia olles tis gunekes mousoulmaane kai mi
ΑπάντησηΔιαγραφή