Η δημόσια -πλέον- αντιπαράθεση Αθήνας - Τιράνων επιβεβαιώνει τον κακό δαίμονα του αιφνιδιασμού της Ελληνικής διπλωματίας. ΅
Παρά τις έγκαιρες επισημάνσεις από υψηλότερο κυβερνητικό επίπεδο και παρά τις έγκυρες προειδοποιήσεις υπηρεσιακών παραγόντων και αρθρογράφων, το υπουργείο Εξωτερικών...
παγιδεύτηκε, δυστυχώς, στην αναπαραγωγή της αποτυχημένης πολιτικής των κυρίων Γ. Παπανδρέου και Δημ. Δρούτσα.
Παρά τις έγκαιρες επισημάνσεις από υψηλότερο κυβερνητικό επίπεδο και παρά τις έγκυρες προειδοποιήσεις υπηρεσιακών παραγόντων και αρθρογράφων, το υπουργείο Εξωτερικών...
παγιδεύτηκε, δυστυχώς, στην αναπαραγωγή της αποτυχημένης πολιτικής των κυρίων Γ. Παπανδρέου και Δημ. Δρούτσα.
Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δεν έβλεπε, πρώτον, την (ουσιαστικά) ακύρωση της συμφωνίας του Απριλίου 2009 για την υφαλοκρηπίδα και τις άλλες θαλάσσιες ζώνες και, δεύτερον, την έξαρση της επίσημης και ανεπίσημης ρητορείας για τους Τσάμηδες.
Η Ελληνική αδράνεια και η πολιτική αστάθεια από τον Νοέμβριο του 2011 ως τον Ιούνιο του 2012 επιδείνωσαν την κατάσταση, επιτρέποντας στα Τίρανα την αύξηση των ερεισμάτων τους και, κυρίως, την εντυπωσιακότατη εδραίωσή τους στις διαπραγματεύσεις για τον αγωγό φυσικού αερίου TAP (Ελλάδα, Αλβανία, Ιταλία).
Ο υπουργός Εξωτερικών Δημ. Αβραμόπουλος διόρθωσε λάθη και παραλείψεις της προηγούμενης τριετίας, αλλά μόνο εν μέρει: γιατί ανέλαβε μεν την πρωτοβουλία συναντήσεων και άλλων επικοινωνιών με τον ομόλογό του Ε. Παναρίτι, υπερεκτίμησε δε τη θεωρία ότι το κοινό οικονομικό συμφέρον για πρόοδο του TAP θα έλυνε σχεδόν αυτόματα τα σοβαρότατα πολιτικά θέματα.
Η Ελληνική διπλωματία έκανε το ίδιο λάθος με την υπόθεση των Σκοπίων, όταν ήλπιζε ότι η επενδυτική «κατάκτηση» τους (που όντως επετεύχθη και καλώς επετεύχθη) θα έλυνε και την ουσιώδη πολιτική διαφορά.
Υπήρχε μάλιστα ετοιμότητα στο νεοκλασικό της Βασιλίσσης Σοφίας και για άμεση υπογραφή συμφωνίας για τον TAP μέχρι τη στιγμή που έφτασε αρμοδίως μήνυμα υποβάθμισής της σε καταρχήν μνημόνιο κατανόησης, ώστε η Ελλάδα να μη χάσει ένα πολύτιμο διαπραγματευτικό όπλο.
Στις συναντήσεις με τον κ. Αβραμόπουλο, ο Αλβανός ομόλογός του έχει εγκαταλείψει κάθε πρόσχημα. Θέτει ζήτημα Τσάμηδων, ζητεί κύρωση της άρσης του παλαιού εμπολέμου από την ελληνική Βουλή (ώστε να εκλείψουν και οι νομικές συνέπειες), επικρίνει τη δράση νεοφασιστικών οργανώσεων στην Ελλάδα (λες και δεν υφίσταται και η αλβανο-κοσοβαρική Red & Black Alliance ακόμα και στις ΗΠΑ) και, ασφαλώς, αποφεύγει την παραμικρή δέσμευση σε θέματα υφαλοκρηπίδας - ΑΟΖ.
Με αυτά τα δεδομένα (και ενώ ακόμα και οι απλοί τουρίστες στα Τίρανα έβλεπαν, προ δεκαημέρου, το άκρατο κλίμα υπερεθνικισμού), οι δηλώσεις Μπερίσα για αλυτρωτισμό, μέχρι την Πρέβεζα, ήταν λίγο πολύ αναμενόμενες.
Τα Τίρανα εμμένουν τώρα στην ίδια στάση, δείχνοντας ότι τους επόμενους μήνες θα αναπαράξουν τις θεωρίες περί Μεγάλης Αλβανίας.
Ομως, σε αυτό το σημείο βρίσκεται και το πλεονέκτημα της Αθήνας: γιατί, αν οι κύριοι Μπερίσα και Παναρίτι αδημονούν για μια «συνολική ρύθμιση» για τους Αλβανούς στα Σκόπια, τη Σερβία και στο Κόσοβο, πρέπει να γνωρίζουν ότι οποιαδήποτε εξέλιξη περνά και από την Ελληνική διπλωματία.
Πολύ απλά, δεν μπορεί να υπάρξει (ειρηνική) αλλαγή συσχετισμών για τους αλβανικούς πληθυσμούς στα τρία αυτά κράτη (το Κόσοβο δεν έχει αναγνωριστεί καν από την Ελλάδα), χωρίς συμμετοχή και συναίνεση της Αθήνας.
http://24gr.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου