Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

Η μεγάλη φυγή των μεταναστών


Δεν το περίμενα ότι θα έφευγα, ότι θα έχανα όλα όσα έχω χτίσει στην Ελλάδα. Αλλά τι να κάνω; Πρέπει να ζήσουμε, τονίζει ο 45χρονος Σύρος Καμάλ ΣάμοΠρόσφυγες νόμιμοι, που έχτισαν ζωές και οικογένειες, παίρνουν τον δρόμο της επιστροφής ή επιλέγουν κάποια άλλη χώρα για ένα καλύτερο αύριο. Κρίση, ανεργία και οικονομική εξαθλίωση οι κύριοι λόγοι της φυγής
Για δεύτερη φορά παίρνουν τον δρόμο του ξεριζωμού. Πριν από μία, δύο ή και τρεις δεκαετίες εγκατέλειψαν τις πατρίδες τους και ήρθαν στην Ελλάδα ψηλαφώντας το δυτικό όνειρο.
Εκαναν οικογένειες, μεγάλωσαν παιδιά, έγιναν «νοικοκυραίοι», στήριξαν την ελληνική οικονομία. Τώρα τα μαζεύουν και πάλι για τα πατρικά που άφησαν πίσω τους ή για κάποια άλλη χώρα του κόσμου. Οι νόμιμοι μετανάστες της πρώτης γενιάς, που ήταν για χρόνια ενταγμένοι στη χώρα μας, εγκαταλείπουν την Ελλάδα.
Την ώρα που τα καραβάνια των «αθλίων» από Ασία και Αφρική συνεχίζουν να διασχίζουν τα ελληνικά σύνορα, οι μετανάστες των περασμένων δεκαετιών ακολουθούν αντίθετη τροχιά. Η ελεύθερη πτώση της οικοδομής, η απογείωση της ανεργίας, η μείωση της ζήτησης για εργάτες στα χωράφια, τα λουκέτα σε εργοστάσια κι επιχειρήσεις, αλλά και η άνοδος της ακροδεξιάς οδηγούν πολλούς αλλοδαπούς για δεύτερη φορά στον δρόμο της μετανάστευσης.
«Οσοι έχουνε άδειες παραμονής εγκαταλείπουν τη χώρα. Ανθρωποι που ανήκουν στο πρώτο κύμα μεταναστών παίρνουν τις οικογένειές τους και φεύγουν» μας λέει ο Αμπίτ Φαγιάντ, Παλαιστίνιος τουριστικός πράκτορας στο κέντρο της Αθήνας. Αλβανοί, Σύροι, Πολωνοί, Ουκρανοί, Αιγύπτιοι, Μολδαβοί και πολλοί άλλοι πηγαίνουν πίσω στις πατρίδες τους ή στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στη Σκανδιναβία, στην Αμερική, στον Καναδά, στην Αυστραλία.
«Περίπου το 20% των Αλβανών έχουν φύγει. Και αυτοί που είναι ακόμη εδώ, ζουν με ένα πόδι στην Ελλάδα και το άλλο στην Αλβανία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ», σημειώνει η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αλβανικών Συλλόγων, Φλούτουρα Ταφιλάκου. Μόνο από την Κρήτη εκτιμάται πως έχουν φύγει το 50% των Αλβανών που ζούσαν στο νησί.
«Για τους άνδρες δεν υπάρχει πια οικοδομή. Οι οικογένειες φεύγουν. Κάποιοι πάνε Ουκρανία, άλλοι Ρωσία και Γερμανία» συμπληρώνει η Κατερίνα Ουτσίρκο, πρόεδρος της ουκρανικής κοινότητας. Οι Ουκρανές που πρόσεχαν ηλικιωμένους ή παιδιά -λέει η ίδια- βρίσκονται χωρίς μεροκάματο. Στα πρακτορεία της οδού Δηλιγιάννη στον Σταθμό Λαρίσης, κάθε βράδυ που αναχωρούν τα πούλμαν για Τίρανα, Αυλώνα και άλλες αλβανικές πόλεις δεκάδες άνθρωποι φορτώνουν πλυντήρια, ψυγεία, σάκους και φεύγουν για τα πατρικά τους.
Μεταφέρουν επιχειρήσεις
«Κάθε μέρα φεύγουν μία με δύο οικογένειες. Πολλά παιδιά που είχαν γεννηθεί και πήγαιναν σχολείο εδώ αναγκάζονται να συνεχίσουν στην Αλβανία. Μαγαζάτορες μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στα Τίρανα» θα μας πει ο Γιάννης Μπιλάνης, που δουλεύει σε πρακτορείο έξι χρόνια. Στοιβάζει στην μπαγκαζιέρα μια τηλεόραση. Πίσω του, μια ουρά από ανέκφραστους ανθρώπους με σκαμμένα πρόσωπα παρακολουθούν το βιος τους να βγαίνει για άλλη μια φορά στον δρόμο.
ΖΕΥΓΑΡΙ ΑΛΒΑΝΩΝ
«Τα τελευταία τρία χρόνια βασανιζόμαστε»
Βράδυ Τετάρτης. Με άδειο βλέμμα κοιτούν πίσω από το τζάμι τη νυχτερινή κίνηση στη Δηλιγιάννη, λίγο πριν επιβιβαστούν στο πούλμαν της μεγάλης επιστροφής. Εχουν ήδη στείλει στα Τίρανα δύο φορτηγά με όλα τους τα πράγματα. Οσα κατάφεραν να χτίσουν 21 χρόνια στην Ελλάδα. «Δεν είχαμε σκοπό να φύγουμε ποτέ. Ηρθαμε εδώ με όνειρα. Χτίσαμε το νοικοκυριό μας, δουλέψαμε σκληρά και ριζώσαμε. Δεν περιμέναμε ποτέ να διαλυθούν όλα έτσι. Πάλι από την αρχή. Ξένοι εκεί, ξένοι κι εδώ»...
Η Ντιάνα και ο Πέτρος Θύμη ήρθαν το 1990 στην Ελλάδα. Νοίκιασαν ένα σπίτι στη Δάφνη κι εκεί μεγάλωσαν τα παιδιά τους, που είναι σήμερα 28 και 23 χρόνων. Εκείνος δούλευε μπογιατζής κι εκείνη καθάριζε σπίτια ή κρατούσε παιδιά. «Μεγαλώσαμε τα παιδιά μας χωρίς κανένα πρόβλημα. Τα τελευταία τρία χρόνια, όμως, βασανιζόμαστε. Με το ζόρι ζούσαμε. Ηταν πολύ δύσκολη απόφαση, αλλά δεν πήγαινε άλλο».
Μεγάλο κόστος
Επρεπε να πληρώνουν νοίκι 450 ευρώ χωρίς να υπάρχει ίχνος μεροκάματου στην αγορά. Τους τελευταίους τρεις μήνες ο Πέτρος ήταν εντελώς άνεργος. Ξενοίκιασαν το σπίτι τους, έστειλαν τα πράγματα στα Τίρανα και νοίκιασαν μια επιπλωμένη γκαρσονιέρα στο Παγκράτι με 200 ευρώ για τα παιδιά, που προς το παρόν θα μείνουν στην Ελλάδα. Η μεγάλη κόρη δουλεύει ως μπέιμπι σίτερ. «Θα ερχόμαστε και θα τα βλέπουμε. Αν βρούμε δουλειά εκεί και πάνε καλά τα πράγματα, θα έρθουν να μείνουν μαζί μας. Αλλά δεν είναι εύκολο. Σχεδόν δεν ξέρουν να μιλούν αλβανικά».
Καμάλ Σάμο, εργολάβος οικοδομών
Αφήνει πίσω κόπους 25 χρόνων
Μεσημέρι Πέμπτης. Στον Γέρακα, ο 45χρονος Σύρος Καμάλ Σάμο αδειάζει το οικόπεδο που μίσθωνε ως μάντρα. Φορτώνει σκαλωσιές, μαδέρια και εργαλεία σε ένα κοντέινερ για να τα στείλει στη Σαουδική Αραβία. Φεύγει ύστερα από 25 χρόνια στην Ελλάδα. «Ετσι όπως έχει γίνει η κατάσταση στην Ελλάδα, ή θα γίνεις κλέφτης ή θα φύγεις».
Ηρθε το 1987 στη χώρα μας. Παντρεύτηκε κι έκανε τρία παιδιά, που είναι σήμερα 10, 8 και 3 ετών. Με σκληρή δουλειά έφτασε να γίνει υπεργολάβος οικοδομών με συνεργείο 20 ατόμων. Οι δουλειές του είχαν ανοίξει. Μέχρι το 2008. Πέρυσι δεν κόλλησε ούτε ένα ένσημο. Φέτος μόνο 30 και του χρωστάνε 5.000 ευρώ.
«Εχω κουραστεί πολύ στη ζωή μου. Δεν βρήκα τίποτε έτοιμο. Από τη δουλειά έχω πάθει δισκοπάθεια. Δεν το περίμενα ότι θα έφευγα, ότι θα έχανα όλα όσα έχω χτίσει στην Ελλάδα. Αλλά τι να κάνω; Πρέπει να ζήσουμε. Ενοίκια, φόροι, έξοδα, ποιος θα τα πληρώσει;». Εχει 3.500 ένσημα.
«Τι να τα κάνω τώρα; Στα χαρίζω»... Τα παιδιά του και η γυναίκα του έχουν ήδη φύγει για την πατρίδα της, την Παλαιστίνη. Για να μη χάσουν τα παιδιά τη σχολική χρονιά. Μπορεί να ξέρουν να μιλούν αραβικά, αλλά δεν ξέρουν να διαβάζουν και να γράφουν...
«Χάσαμε τα νιάτα μας»
«Εδώ και δύο χρόνια οι συγγενείς μου στη Σαουδική Αραβία μού λένε να πάω εκεί αλλά δεν το αποφάσιζα. Δεν είχα τη δύναμη να ξεκινήσω από την αρχή στα 43 μου». Τώρα έχει βγάλει πια και τη βίζα. Τον βοηθάνε να φορτώσει τα πράγματα ο Μοχάμαντ, ο Χαλίντ και ο Γιάσερ, άνθρωποι του συνεργείου του, οικογενειάρχες κι αυτοί, που τα μαζεύουν για την πατρίδα τους τη Συρία.
«Εχουμε χάσει τα νιάτα μας εδώ. Νιώθουμε ξένοι στην πατρίδα μας. Ποιος περίμενε ότι θα γίνει έτσι η Ελλάδα;».
ΚΑΘΕ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΔΡΑΜΑ
Αβάσταχτο να επιστρέψουμε... Στις παλιές πατρίδες μάς θεωρούν ξένους
Μικρές οικογενειακές τραγωδίες κρύβονται πίσω από το δεύτερο κύμα ξεριζωμού των μεταναστών που έμεναν στην Ελλάδα. Παιδιά της δεύτερης γενιάς, που γεννήθηκαν και πήγαν σχολείο στη χώρα μας, που μιλούν μόνο Ελληνικά, βρίσκονται ξαφνικά σε μια ξένη γι' αυτά χώρα.
Οπως η 15χρονη Καμέλα Νουρτ, εξαδέλφη της 23χρονης Αλβανίδας Γιασμίν Νούρτσε, που μετακόμισε με τους γονείς της από τον Αύγουστο στην Κορυτσά. «Περνάει πολύ δύσκολα. Εκανε εντατικά μαθήματα γλώσσας τον Αύγουστο, αλλά πιθανότατα θα χάσει φέτος τη χρονιά. Δεν είναι μόνο η γλώσσα, αλλά και η νοοτροπία. Εκεί το σχολείο είναι πολύ πιο αυστηρό. Το εκπαιδευτικό σύστημα εντελώς διαφορετικό. Δεν έχει φίλες και τα άλλα παιδιά δεν την καταλαβαίνουν. Τη θεωρούν ξένη», μας λέει η Γιασμίν, που μένει ακόμη στην Καισαριανή.
Οι γονείς της είχαν έρθει πριν από 16 χρόνια στην Ελλάδα με τους θείους της και δούλευαν όλοι σε μια κατασκευαστική εταιρεία με γυψοσανίδες που χρεοκόπησε πριν από τρία χρόνια.
Οι θείοι της έφυγαν τον Αύγουστο και τώρα ετοιμάζουν βαλίτσες και οι γονείς της με τον 19χρονο αδελφό της. Η ίδια ταλαντεύεται στο τι πρέπει να κάνει. «Μου είναι αβάσταχτο να γυρίσω πίσω. Δεν μπορώ ούτε να το σκέφτομαι».
Τα παιδιά της 49χρονης Ζωής Γιόκα, από την άλλη, έχουν ήδη φύγει από την Ελλάδα, τη χώρα όπου μεγάλωσαν. Ο ένας έχει πάει Καναδά και ο άλλος Γερμανία. Τώρα ετοιμάζεται και η ίδια με τον άντρα της να γυρίσουν στους Αγίους Σαράντα.
Χωρίς δουλειά
Τη συναντάμε να φορτώνει το πλυντήριό της στο πούλμαν για την Αλβανία. «Αν δούλευε ο άντρας μου δεν θα φεύγαμε. Αλλά εδώ κι ενάμιση χρόνο είναι χωρίς δουλειά. Εχουμε δικό μας σπίτι στη Σαλαμίνα και προσπαθούμε να το πουλήσουμε, αλλά κανείς δεν το αγοράζει. Ηρθαμε εδώ πριν από 22 χρόνια. Εμένα η Ελλάδα είναι η πατρίδα μου. Γεράσαμε εδώ και τώρα πάλι από την αρχή».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΩΣΚΟΛΟΣ

Ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου