Το βράδυ του Σαββάτου 15 Οκτωβρίου, με την συμβολή των δασκάλων Γαλλία Κότσι, Αρτέμη και Μαρινέλας Ντούρη, οργανώθηκε στο «Κέντρο Νέων Κορινθίας» η τελετή έναρξης των μαθημάτων αλβανικής γλώσσας για τα παιδιά των Αλβανών μεταναστών που ζουν στην Κόρινθο. Η πρωτοβουλία αυτή συνεχίζεται για 5η συνεχή χρονιά χάρη στην αφοσιωμένη και αδιάκοπη προσπάθεια που καταβάλλουν οι δάσκαλοι Αρτέμης και Μαρινέλα Ντούρη.
Η ανταπόκριση και συμμετοχή των γονέων και μαθητών στη συνάντηση αυτή ήταν αρκετά ικανοποιητική, λαμβανομένου υπόψη των δύσκολων συνθηκών υπό τις οποίες διεξάγεται αυτά τα χρόνια η προσπάθεια αυτή. Σ’αυτή τη συνάντηση, ξαφνικά οι χώροι του Κέντρου Νέων άρχισαν να βουίζουν ζωηρά από τις χαρούμενες φωνές των μικρών παιδιών με τις τσάντες και τα σχολικά τετράδιά τους, μερικά εκ των οποίων θα καθίσουν για πρώτη φορά στα θρανία για να διδαχτούν τη μητρική τους γλώσσα.
Οι δάσκαλοι καλωσόρισαν γονείς και παιδιά, φίλους και υποστηριχτές της προσπάθειας συζητώντας στην συνέχεια μαζί τους τις μέχρι τώρα προσπάθειες που έχουν γίνει, τα προβλήματα που υπάρχουν και τη μελλοντική προοπτική του έργου αυτού.
Η νέα σχολική χρονιά δείχνει να έχει σημειώσει αύξηση του ενδιαφέροντος των γονέων και μαθητών για την παρακολούθηση των μαθημάτων, αύξηση η οποία αντανακλά και την ανησυχία των γονέων λόγω της οικονομικής κρίσης που περνάει η Ελλάδα, καθώς είναι γεγονός ότι μια από τις πρώτες κοινωνικές ομάδες που βιώνουν έντονα τις επιπτώσεις της κρίσης είναι και οι μετανάστες, οι οποίοι για το λόγο αυτό βλέπουν ως πιθανή την επιστροφή τους στην πατρίδα. Έτσι ο αριθμός των παιδιών που θα παρακολουθήσουν φέτος τα μαθήματα αλβανικής γλώσσας είναι 54 μαθητές εκ των οποίων 32 για πρώτη φορά. Η αύξηση αυτή του αριθμού των μαθητών δημιούργησε και την ανάγκη πρόσθετου διδάσκοντος και έτσι η νέα σχολική χρονιά αρχίζει με μια δασκάλα παραπάνω, την κυρία Γαλλία Κότσι.
Μια αναδρομή στο παρελθόν αναδεικνύει τις δυσκολίες και τα προβλήματα που οι δάσκαλοι αντιμετώπισαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν στην προσπάθειά τους να διδάξουν στα παιδιά τη μητρική τους γλώσσα με στόχο τη διατήρηση της εθνοπολιτισμικής ταυτότητάς τους.Η προσπάθεια ξεκίνησε το 2007, όταν οι δάσκαλοι Αρτέμης και Μαρινέλα Ντούρη στα πλαίσια της δράσης του «Συλλόγου Αλβανών Μεταναστών Κορινθίας» επιχειρούν την διδασκαλία των πρώτων μαθημάτων γλώσσας στα παιδιά των μεταναστών στα γραφεία του Συλλόγου ,γεγονός που έπαιξε καθοριστικό ρόλο για τη θεμελίωση της δραστηριότητας.Αρχικά, η εκπαιδευτική διαδικασία χαρακτηριζόταν από ελλείψεις υλικοτεχνικής υποδομής, κατάλληλου χώρου για την διεξαγωγή των μαθημάτων αλλά και από έλλειψη διδακτικών εγχειριδίων, έλλειψη την οποία οι δάσκαλοι κάλυπταν τουλάχιστον στα πρώτα βήματα με κείμενα που ετοίμαζαν οι ίδιοι και οι μαθητές δούλευαν με φωτοτυπίες. Από τον Μάρτιο του 2011 τα μαθήματα στηρίζονται σε σχολικά εγχειρίδια (Αλφαβητάρια + Τετράδια εργασίας) που το Υπουργείο Παιδείας και Επιστήμης της Αλβανίας διαθέτει μέσω της Πρεσβείας της στην Αθήνα για την κάλυψη των αναγκών και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας όπου πραγματοποιούνται τέτοιες εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες από τις κοινότητες των Αλβανών μεταναστών.
Η προσπάθεια των δασκάλων βρήκε στήριξη από το διοικητικό συμβούλιο του «Κέντρου Νέων Κορινθίας» ,το οποίο αυτά τα τρία χρόνια παραχωρεί για τις ανάγκες των μαθημάτων την μόνη αίθουσα που διαθέτει,η οποία με λίγες παρεμβάσεις πριν από κάθε μάθημα, θυμίζει σχολική αίθουσα. Εντούτοις, δεδομένου της αύξησης του αριθμού των μαθητών κυρίως, της σύγκρουσης των δραστηριοτήτων του Κέντρου με το μάθημα τις ώρες και την ημέρα που αυτό διεξάγεται, αλλά πρόσφατα και του ενδεχόμενου διακοπής της λειτουργίας του Κέντρου λόγω της οικονομικής κρίσης, η προοπτική της προσπάθειας αυτής για τη νέα σχολική χρονιά κρίνεται επισφαλής και η ανάγκη για την εξεύρεση κατάλληλου χώρου γίνεται συνεχώς πιο επιτακτική.
Φυσικά οι δάσκαλοι έχουν προσπαθήσει στο παρελθόν να αναδείξουν το πρόβλημα στους τοπικούς φορείς της εκπαίδευσης, προσδοκώντας μια λύση και κατανόηση από τους διευθυντές και δασκάλους των δημοτικών (και όχι μόνο) σχολείων της Κορίνθου από όπου και προέρχονται τα παιδιά. Δυστυχώς ως σήμερα δεν έχει βρεθεί οριστική λύση.
Σήμερα επανερχόμαστε και ζητάμε το ελάχιστο από τους αρμόδιους φορείς: την παραχώρηση κατάλληλου χώρου για διδασκαλία,χωρίς καμιά επιπλέον επιβάρυνση.Ευελπιστούμε πως θα εισακουστούμε από τον κ. Δήμαρχο και την Δημοτική Αρχή και πως η πολιτική τους βούληση θα δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα.
Ένας άλλος τρόπος προσέγγισης και τοποθέτησης του προβλήματος στις πραγματικές του διαστάσεις, είναι να προσπαθήσει κανείς να απαντήσει στην ερώτηση:
«Τι γίνεται με όλους εκείνους τους κατοίκους της Ελλάδας που διαφοροποιούνται γλωσσικά και παρακολουθούν το ελληνικό σχολείο;»
Είναι προφανές πως η απάντηση σχετίζεται με την συνειδητοποίηση της μονιμότητας του μεταναστευτικού φαινομένου και την αναγνώριση της πολυπολιτισμικότητας της ελληνικής κοινωνίας, και κατ επέκταση με την συζήτηση για τα θετικά μέτρα που μπορεί ή οφείλει να υιοθετήσει η ελληνική πολιτεία που σε κάθε περίπτωση οφείλουν να συμμορφώνονται προς τις κατευθυντήριες υποδείξεις των σχετικών διατάξεων του διεθνούς δικαίου που δεσμεύουν την Ελλάδα στην υιοθέτηση εκπαιδευτικής πολιτικής: Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 2), Διεθνής σύμβαση Δικαιωμάτων του Παιδιού (άρθρο 28), Διεθνές Σύμφωνο για τα Κοινωνικά, Οικονομικά και μορφωτικά Δικαιώματα (άρθρο 13).
Η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθήθηκε για την αντιμετώπιση της πολιτισμικής ετερότητας στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, και μετά το Ν. 2413/1996 ο οποίος θεσμοθετεί την δημιουργία διαπολιτισμικών σχολείων σε περιοχές με υψηλό ποσοστό αλλοδαπών μαθητών, χαρακτηρίζεται από την ασάφεια των στόχων,την αποσπασματική και περιορισμένη κλίμακα εφαρμογής ,αντανακλώντας έτσι την έλλειψη πολιτικής βούλησης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν από την μαζική εισροή αλλόγλωσων μαθητών στα ελληνικά σχολεία. Στο πλαίσο αυτής της πολιτικής, πάρα την βάπτισή της ως διαπολιτισμικής, με την εισαγωγή των μαθητών στο εκπαιδευτικό σύστημα οι μαθητές υποχρεώνονται να γνωρίζουν και να προσλάβουν όλα τα στοιχεία του ντόποιου ηγεμονεύοντος πολιτισμού, στερούμενοι την δυνατότητα να καλλιεργήσουν και να έκφρασουν στοιχεία του πολιτισμικού τους κεφαλαίου, παράλληλα και οι ντόποιοι μαθητές δε διδάσκονται κανένα ιδιαίτερο πολιτισμικό στοιχείο των συμμαθητών που έχουν ξενική προέλευση.Σημειωτέον πως η παράβλεψη της διδασκαλίας της μητρηκής γλώσσας καταργεί στην πράξη την ιδέα της διαπολιτισμικότητας, αφού δεν υφίσταται η αμφίπλευρη επαφή και επικοινωνία μεταξύ των πολτισμών των μαθητών παρά μόνο η απλή συνύπαρξή τους με όρους ανοχής του κυρίαρχου πολτισμού.
Απέναντι στην αναλγησία αυτή της ελληνικής πολτικής,δεν έλλειψαν οι περιπτώσεις όπου πολλοί δάσκαλοι και εκπαιδευτές προχώρησαν οι ίδιοι στην λήψη και εφαρμογή μέτρων διαπολιτισμικού χαρακτήρα,ώστε να αντιμετωπίσουν τα φαινόμενα βίας, και ρατσισμού, την αναπαραγωγή των εκπαιδευτικών ανισοτήτων και σχολικής αποτυχίας στα σχολεία τους, προκαλώντας παράλληλα θύελλα αντιδράσεων από υποστηριχτές του μονοπολιτισμικού και εθνοκεντρικού σχολείου. Η υπόθεση της Στέλλας Πρωτονοταρίου στο 132ο σχολείο Αθηνών αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Δεν είναι τυχαίο πως το Φεβρουάριο του 2010, στην Διεθνή Διάσκεψη για την «Ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης», της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής της Ελλάδας, η υπουργός Παιδείας κ. Αννα Διαμαντοπούλου τονίζει, «την ανάγκη να προσαρμοσθεί η Ελλάδα στο σύγχρονο εκπαιδευτικό και κοινωνικό αίτημα της πολυ-πολιτισμικότητας, εξαγγέλλοντας την δημιουργία ζωνών γλωσσικής προτεραιότητας και τη διδασκαλία της μητρικής γλώσσας σε σχολεία με μεγάλο ποσοστό αλλόγλωσσων μαθητών».
Παρά τις όποιες εξαγγελίες, η παρουσία και ο τρόπος εκπαίδευσης των αλλοδαπών μαθητών στα περισσότερα σχολεία στην Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα.
Οι θεσμοί και οι μηχανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης στην κοινωνία και η εκπαίδευση και οι εκπαιδευτικοί στο σχoλείο και στην τάξη, στα πλαίσια της σχέσης που διαμορφώνουν με τον νόμο Καλλικράτη έχουν και μπορούν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην ανάληψη πρωτοβουλιών για την αναγνώριση των προβλημάτων των διαφορετικών κοινωνικών και πολιτισμικών ομάδων, και την προώθηση καλών πρακτικών που ως στόχο θα έχουν τη συμμετοχή όλων των πολιτισμικών στοιχείων στην οικονομική, κοινωνική, εκπαιδευτική και πολιτισμική ζωή της τοπικής κοινωνίας με όρους ισότητας, ένταξης και αμοιβαίου σεβασμό της διαφορετικότητας.
Στην 5η συνεχή χρονιά, μετα από 10 μέρες έναρξης των μαθημάτων αλβανικής γλώσσας στην Κόρινθο, με παράκληση της «Ένωσης Αλβανών Εκπαιδευτικών στην Ελλάδα», προς τον Δήμαρχο και τον Διευθυντή Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Κορινθίας, δάσκαλοι και μαθητές περιμένουν…
Αν όχι τον διαπολιτισμικό διάολογο, ίσως απλώς την συνύπαρξη… Είναι και αυτό μια αρχή!
Bledar Bruhamaj
Φοιτητής στο Τμήμα Κοινωνικης & Εκπαιδευτικής Πολιτικής - Σχολή Κοινωνικών Επιστημών Κορίνθου – Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Μέλος της «Ένωσης των Αλβανών Εκπαιδευτικών στην Ελλάδα».
Sta paparia mas.
ΑπάντησηΔιαγραφή